Κοίτα πετάω σε ορίζοντες που δεν ήξερα ότι μπορεί να ξανά βρω ….
Κοίτα διψάω και πίνω νερό από το πάθος των ματιών σου, κι όταν δεν τα βλέπω από την σκέψη μου για σένα ….
Κοίτα δεν φοβάμαι πια κι ας κτυπά αυτή η φλέβα στο λαιμό τόσο δυνατά, είναι χτύπος ζωής και όχι θανάτου ….
Κοίτα δεν βλέπω τίποτε άλλο πια, όχι δεν είμαι τυφλή απλά παντού βλέπω το πρόσωπο σου, στο φεγγάρι, στον ήλιο, στα αστέρια, στα πρόσωπα των άλλων, είσαι δίπλα μου, δεν μ’αφήνεις ποτέ μόνη μου.
Κι ας μην είναι η φυσική σου παρουσία εδώ…..
Κοίτα φωνάζω δυνατά, κι ας μην μ’ ακούει κανείς, το όνομα σου και σε νοιώθω δίπλα μου, μέσα μου κι ας μην είσαι …..
Δεν υπάρχει κάτι να μπορεί να σε αντικαταστήσει, προσπάθησα αλλά δεν τα κατάφερα, σαν ένοιωσα το άγγιγμα σου στην ψυχή μου, εκεί είπα θάνατος δεν υπάρχει…
Το αθάνατο νερό σαν το ήπιαν οι άνθρωποι έγιναν θεοί. Φτερά έβγαλαν στις πλάτες τους και πέταξαν σε όλο το κόσμο το νέο να διαδώσουν…
Πως η ζωή έχει ψυχή που ψάχνει το αθάνατο της για να μείνει στην αιωνιότητα σαν μύθος…..
Που το βρίσκεις το αθάνατο νερό που δίνει πνοή ψυχής στην ζωή των ανθρώπων;
Σε δύο μάτια , δύο χέρια που είναι διαθέσιμα να πλέξουν το στεφάνι του “Αγίου Έρωτα”. Που θα ένωση δύο ανθρώπους για να δώσουν πνοή ψυχής στην ζωή τους . Και φτερά για να πετάξουν σε ορίζοντες που θα χαράξουν οι ίδιοι και θα διαδώσουν το νέο πως… θάνατος δεν υπάρχει. Όταν οι ψυχές ενωθούν και πλέξουν το στεφάνι του έρωτα, που τον καθιστά “Άγιο” συνεπώς Αθάνατο. Έτσι μένει στην αιωνιότητα και γίνεται μύθος….
Κοίτα πετάω, διψάω, δεν φοβάμαι, δεν βλέπω, φωνάζω δυνατά και νιώθω αυτή την φλέβα να κτυπά στο λαιμό δυνατά…. Αυτό το χτύπο ζωής όχι θανάτου….