Τα ρούχα μου είναι απλωμένα στην απλώστρα τρεις μέρες τώρα. Πολύς καιρός για να περνάει η δικαιολογία ότι δεν έχουν ακόμα στεγνώσει. Για να τα μαζέψω χρειάζομαι 75 δευτερόλεπτα. Οι τρεις μέρες έχουν 259.200 δευτερόλεπτα. Δυνητικά, θα μπορούσα να τα έχω μαζέψει 3.456 φορές και δεν το έκανα. Για το λόγο που δεν έχω κάνει και πολλά άλλα που «θα έπρεπε» να κάνω. Ε και τι πειράζει;
Δεν είμαι τέλεια. Τέλεια είναι τα τρισεκατομμύρια κυτταράκια μας, που δε χάνουν το λογαριασμό και εκτελούν αδιάκοπα υπερ-σύνθετες λειτουργίες, με τόσο εξαιρετικό τρόπο που θα θόλωναν τα γυαλιά και του πιο σχολαστικού τεχνικού ασφαλείας. Τα κυτταράκια μας δε θα άφηναν ποτέ τα πλυμένα ρούχα τους τρεις μέρες στην απλώστρα. Δε φαντάζεστε πόση ευγνωμοσύνη τους οφείλουμε για αυτό!
Μη με ρωτάς γιατί δεν έχω «αναγνωριστεί» ή γιατί βγάζω τόσο λιγότερα από πολλούς που, όταν εγώ ήδη δούλευα σκληρά, αυτοί μόλις που μάθαιναν να πετυχαίνουν το στόμα τους με το κουτάλι της φρουτόκρεμας. Είμαι πεπεισμένη ότι για αυτό δε φταίνε αυτά τα «θα έπρεπε» που δεν έκανα. Διότι, όσα πραγματικά έπρεπε, χωρίς εισαγωγικά, τα έχω πράξει και από όσες σκιές με έχουν επισκεφτεί στον ύπνο μου, καμιά δεν ήταν από ασυνέπεια ή χαμηλή προσπάθεια.
Είναι κάτι στιγμές διαύγειας που η ζωή ξεδιπλώνει τα σχέδιά της μπροστά σου και σου αποκαλύπτει τους μηχανισμούς της. Για λίγο, γίνονται όλα σαφή και ξεκάθαρα. Όμως, πάνω που πας να κρατήσεις σημειώσεις, περνάει το αφράτο σφουγγάρι της και «φουπ!» σβήνει τον πίνακα, όπως κάτι βιαστικοί καθηγητές στο σχολείο. Ό,τι πρόλαβες, πρόλαβες, ας πρόσεχες. Καταφέρνεις να συγκρατήσεις ένα μόνο μέρος από τη λύση της άσκησης κάθε φορά. Και φτου κι απ’ την αρχή… και όταν προκύψει ξανά το ίδιο «πρόβλημα» προς επίλυση, όλα κάτι σου θυμίζουν… και όλο κάτι λείπει…δεν πειράζει, την επόμενη… μέχρι να το περάσεις κι αυτό το μάθημα…
Υπάρχουν ένα σωρό «όχι» που τα έντυσα με το ζόρι σε «ναι», επιθυμίες που τις στρίμωξα σε ρούχα δυο νούμερα στενότερα. Συμβιβασμοί. Κι ένα τσούρμο από επαναστάτες θυμούς που έχω παγιδέψει πίσω από το λαιμό, έναν για κάθε λέξη που δεν ξεστόμισα. Τους ελευθερώνω όμως με τον καιρό. Έναν – έναν. Όπως αφήνουν τους ομήρους οι κακοποιοί στις ταινίες… με ανταλλάγματα… με ξεχασμένες μπουγάδες χωρίς τύψεις…
Θεωρώ ότι ωριμάζω κάθε φορά που δε ρίχνω το φταίξιμο στους άλλους. Ωριμάζω όμως και όλες τις φορές που δε δέχομαι ευθύνες που δε μου αναλογούν. Σύνθετη διαδικασία. Έτσι είναι η ωρίμανση. Δεν ξέρεις πότε είσαι «γινωμένος» κι έτοιμος. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να «πέσεις» απ’ το δέντρο σου…πλούπ!.. αφήνοντας το κλαδάκι σου, που μέχρι τώρα σε κρατούσε ή σε δέσμευε, να σου γνέφει με μία αποχαιρετιστήρια ταλάντωση… φθίνουσα… «φτου ξελευτερία!…»…