Το Ρούχο της Ψυχής μου…
Με τι ρούχο να σε ντύσω ψυχή μου…
Κρύωνα κάποτε. Κάποτε… όχι όμως πια..
Και δεν ήταν το τσουχτερό κρύο του ουρανού που με πάγωνε, ούτε του ήλιου οι φτερούγες που δεν έφταναν να αγγίξουν τη γη.
Ήταν το κρύο από τα βλέμματα και τα ψυχρά εκείνα στόματα.
Ήταν από εκείνες τις αγκαλιές που δεν ήξεραν για ποιο λόγο υπήρχαν και τι φάρμακο έκρυβαν.
Μα όταν θες, λένε πως βρίσκεις τρόπο… Αρκεί να θες…
Σκέπασα το κορμί μου κι έπαψε να κρυώνει.
Μα εσένα, ψυχή μου, με τι ρούχο να σε ντύσω ;
Σου ‘φτιαξα ρούχο από τα δάκρυά μου… Διαμάντια τα έκανα πάνω στο χαμόγελο σου και φώτισα κάθε σκιά του προσώπου σου…
Σου ‘φτιαξα ρούχο από τα λάθη μου… Πτυχές ατσαλάκωτες, ολόισιες και ξεκάθαρα ραμμένες που τις έβαψα με το χρώμα της γαλήνης για να ταιριάζουν μ’ όλα…
Μ’ όλα τα χρώματα της μέρας και της νύχτας που χτίζουν μια ζωή…
Μ’ όλα τα χρώματα από τις ανάσες που μπορούσες να κρατήσεις μέσα στο νερό της θάλασσας που σε έστελναν στον πάτο…
Σου ΄φτιαξα ρούχο ζεστό… Μαλαματένιο και ανάλαφρο…
Μ’ όλα τα χρώματα της αγάπης και της καλοσύνης που πάντα αναζητούσες και έβρισκες ακόμα και στην πιο ασήμαντη νότα ενός πικραμένου τραγουδιού…
Αυτό ήταν…
Αυτό ήταν το ρούχο το καλό σου… Και το λάτρεψα…
Γιατί με έκανε και κατάλαβα πόσο πολύ σ’ αγαπούσα…
Είναι μαγεία να μπορείς να σε αγαπήσεις…
Είναι μαγεία να μπορείς να νιώθεις γαλήνη που κέρδισες από τα λάθη σου βλέποντας πως τελικά το έπαθλο ήταν μεγαλύτερο από τα δάκρυα σου…
Είναι μαγεία να είσαι εσύ αυτός που θα κρατήσει τη ζεστασιά της ψυχής σου, όσο κρύο και αν έχει στο κόσμο των παγωμένων γεφυριών που δεν αντάμωσαν τελικά οι άνθρωποι…
Κράτησε τη μαγεία αν θέλεις…
Κράτησε την…
…για να μπορείς να ζεσταθείς…