Το πρόσωπο του θυμού

Το πρόσωπο του θυμού

Εχθές, ο απρόσωπος θυμός με κυρίεψε ξανά : μια κουβέντα ή ένα βλέμμα, μια απλή αντιπαράθεση πάνω σε μια διαφωνία, εκπυρσοκρότησε μέσα μου μια τρικυμία δυσαρέσκειας, π’ ακαριαία, προξένησε εν’ αδυσώπητο κύμα οργής, συμπαρασύροντας ο,τι υπήρχε γύρω μου..

Αγωνίστηκα σκληρά να τον κατευνάσω, μα μάταια: ανοίγοντας το στόμα του, άρχισε να ουρλιάζει ένα σωρό ακατανόητα πράγματα, ένα σωρό ακατάληπτα οδυνηρά πράγματα, τα οποία εισχωρούσαν στ’ αυτιά μου με τη ταχύτητα πολυβόλου, ώσπου δεν άντεχα πια ν’ ακούω, δεν άντεχα τον ανελέητο ήχο που τρυπούσε κατευθείαν τα κράσπεδα της ψυχής μου, κι απελπισμένη με τα χέρια μου, έκλεισα τα αυτιά μου, να προφυλαχθώ, να γλυτώσω απ΄ το δηλητήριο που΄ χει για χρόνια , ίσως γενιές ολάκερες, ριζώσει στο χώμα της καρδιάς μου..

Τώρα πια, μπορούσα να βλέπω μόνο τα χείλη του θυμού μου να κουνιούνται σπασμωδικά κι απότομα, να καμπυλώνονται και ν’ ανεβοκατεβαίνουν, ξεχύνοντας μια παλίρροια από κατηγορίες για τους άλλους: οι άλλοι, οι άλλοι, διαρκώς οι άλλοι είναι η πηγή της δυστυχίας μου, της κακοδαιμονίας και των κακών επιλογών μου, αφού εκείνοι με καταδυναστεύουν, εκείνοι με φθονούν, εκείνοι, ναι εκείνοι, δε μ’ αγαπούν!

Κι ενώ, συνέχιζα με μανία να φωνάζω, ν’ ανακαλύπτω θύματα, θύτες κι ενόχους, ο νους μου, την ίδια στιγμή, κοντοστεκόταν βαθιά απορημένος, προσπαθώντας ν’ αντιληφθεί, από πού τάχα να ξεφύτρωσε αυτή η τιτάνια οργή!

Ώσπου, θυμήθηκα, ξαναβλέποντας τον εαυτό μου μικρό: η ταινία των παιδικών μου αναμνήσεων ξετυλίχθηκε, και μια σειρά σκηνών πέρασαν μπρος απ’ τα μάτια μου: ιδού το παιδί -αγόρι ή κορίτσι δεν έχει καμιά σημασία- ψυχαγωγός στην αυτοκρατορική αυλή των ενηλίκων, ένας ηθοποιός εξαναγκασμένος να μιμείται, να χαμογελά, να φλυαρεί, δίνοντας περισπούδαστες διαλέξεις για τους μεγάλους, ευρισκόμενος αδιάκοπα σ’ εγρήγορση, αφοσιωμένος στο καθήκον να φροντίζει τους ενήλικες: πότε εισακούοντας τις επιθυμίες και τις ανάγκες τους, πότε καθησυχάζοντας τις ανασφάλειές τους, άλλοτε αποκοιμίζοντας τ’ απωθημένα τους κι άλλοτε κολακεύοντας τον εγωισμό τους!

Κι ενώ, συνέχιζα με λύσσα να ουρλιάζω, η ψυχή μου έκλαιγε απαρηγόρητη από μιαν ασήκωτη στεναχώρια, μάτωνε σχεδόν απ’ αξόδευτα δάκρυα: όταν επιτέλους, το κύμα από φωνές και κατηγόριες κόπασε, στράφηκα κι αντίκρισα το μικρό, αιχμάλωτο πληγωμένο κομμάτι του εαυτού μου: μεμιάς, η δεξαμενή του θυμού μου άδειασε, και εγώ κατάλαβα, πώς, τόσο μένος για τους άλλους, δεν ήταν παρά καμουφλαρισμένος θυμός για τον εαυτό μου, που υπήρξε πρόθυμος ψυχαγωγός του κόσμου των μεγάλων..

Κι αχρήστευσα το παλιό μηχανισμό πρόκλησης ενοχών, υποσχόμενη στον εαυτό μου, να μη φιμώνω πια, τα συναισθήματά μου!

0 0 votes
Article Rating
Παρακολούθησε τις απαντήσεις
Ενημέρωσε με για
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments