Ειλικρινής και ευγενική μας αφήνει όπως και στα βιβλία της να δούμε ένα κομμάτι της όμορφης ψυχής της και μας αποκαλύπτει πως και το επόμενο μυθιστόρημα είναι ιστορικοκοινωνικού περιεχομένου.
Λίγα λόγια με την Τέσυ Μπάιλα με αφορμή την έκδοση του τελευταίου της βιβλίου: «ΤΙΣ ΝΥΧΤΕΣ ΕΠΑΙZΕ ΜΕ ΤΙΣ ΣΚΙΕΣ» από τις εκδόσεις Ψυχογιός.
– Σας αρέσει η φωτογραφία, μπορεί να λειτουργήσει ως έμπνευση για τη συγγραφή;
Μα η ίδια η φωτογραφία είναι ένα άλλο είδος συγγραφής. Τόσο στη φωτογραφία όσο και σε ένα βιβλίο αυτό που κάνει ένας δημιουργός είναι να καταθέτει την ευαισθησία του σε ένα λευκό χαρτί. Θυμηθείτε, για παράδειγμα, τις αριστουργηματικές και συχνά τόσο οδυνηρές εικόνες που μας κληροδότησε ο Γιάννης Μπεχράκης. Κάθε μία είναι μια ιστορία που γράφτηκε από την πραγματικότητα και θα αφηγείται στο διηνεκές την Ιστορία του αιώνα μας. Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει την αφηγηματική τους ένταση; Και σίγουρα μπορεί να λειτουργήσει ως πηγή έμπνευσης μια φωτογραφία. Στο τελευταίο μου βιβλίο ΤΙΣ ΝΥΧΤΕΣ ΕΠΑΙΖΕ ΜΕ ΤΙΣ ΣΚΙΕΣ, ο κεντρικός ήρωας είναι ένας ζωγράφος και η αλήθεια είναι ότι σκέφτηκα την ιστορία του από μια φωτογραφία ενός ζωγράφου που τυχαία είδα στο διαδίκτυο.
– «Μια τεράστια σκιά είναι ο φόβος. Μονάχα όταν περπατάει κανείς καταπάνω της μπορεί να τη δει να μικραίνει και τελικά να σβήνει». Ισχύει; Πρέπει να τολμάμε;
Νομίζω πως ναι. Είναι σημαντικό να τολμάς να καταπολεμήσεις ό,τι σε τρομάζει. Μόνο τότε μπορεί να δει κανείς τις πραγματικές διαστάσεις των πραγμάτων και να επανεκτιμήσει τη στάση του απέναντί τους.
– Η ανάγνωση έχει γίνει στις μέρες μας δύσκολο πράγμα. Εσείς διαβάζετε;
Διαβάζω πάντα πολύ. Η ανάγνωση λειτούργησε σαν το προσωπικό μου καταφύγιο από πολύ μικρή ηλικία. Δημιουργεί έναν κόσμο στον οποίο ακόμα και τα μεγαλύτερα ψέματα φαντάζουν αληθινά και ταυτόχρονα η ορατότητα ολόγυρά μας μεγαλώνει άρα και η ικανότητά μας να κρίνουμε τα πράγματα. Είναι μια διαρκής συνομιλία με τα μεγαλύτερα πνεύματα που διαχρονικά άλλαξαν τον κόσμο και τη σκέψη του.
– Όταν ξεκινήσατε να γράφετε, ποιον συγγραφέα είχατε ως πρότυπο;
Δύσκολη ερώτηση όταν οι αναγνωστικές αναφορές είναι πάρα πολλές. Ο Οδυσσέας Ελύτης καθόρισε για πολλά χρόνια τους αναγνωστικούς μου ορίζοντες—για την ακρίβεια τους διεύρυνε στο έπακρο—και παράλληλα τη σκέψη μου. Ο Αντώνης Σαμαράκης με έμαθε να υπολογίζω την κοινωνική αποστολή της λογοτεχνίας, ο Ντοστογιέφσκι να διακρίνω τη διττή φύση του ανθρώπου. Ο Καραγάτσης, ο Φιτζέραλντ, ο Τολστόι, η Έμιλυ Μπροντέ, ο Σεφέρης, ο Καβάφης, ο Φλομπέρ, ο Καμί είναι μόνο μερικά από τα ονόματα που μπορώ αυτή την στιγμή να αναφέρω.
– Οι νέοι, είναι όλοι με το iphone και το tablet στο χέρι, είναι τόσο εξαρτημένοι από περισπάσεις που δεν έχουν απολύτως καμία σχέση με το διάβασμα; Υπάρχει αμφίδρομη σχέση με τους αναγνώστες, υπάρχει αλληλεπίδραση;
Δυστυχώς είναι η εποχή τέτοια που όλοι είμαστε σε διαρκή σχέση με τα social media, την οθόνη, την τεχνολογική ανάπτυξη και τις δυνατότητές της αν και πραγματικά αυτές οι δυνατότητες έχουν πλήξει σε πολύ μεγάλο βαθμό την αναγνωστική διαδικασία. Ωστόσο, είναι ένας σημαντικός τρόπος επικοινωνίας. Ζούμε άλλωστε στον αιώνα της επικοινωνίας και θα ήταν λάθος να δαιμονοποιούμε την τεχνολογία και τα επιτεύγματά της. Προσωπικά απολαμβάνω την αμφίδρομη σχέση που αναπτύσσεται με τους αναγνώστες και θεωρώ ότι είμαι πολύ τυχερή να επικοινωνώ άμεσα με τους ανθρώπους που διαβάζουν τα βιβλία μου, όπως και όλοι οι σύγχρονοι συγγραφείς. Είναι στο χέρι μας να διαχειριζόμαστε με μέτρο ή όχι αυτή την επικοινωνία που μας προσφέρεται τόσο εύκολα στις μέρες μας.
– Συντάκτρια λογοτεχνικού περιοδικού και αρχισυντάκτρια. Αλλάζουν ποιότητα και επίπεδο τα βιβλία με την επιμέλεια ή όταν το έργο ελκύει τους αναγνώστες φτάνει να πάει μπροστά;
Ας μη γελιόμαστε, τα βιβλία έχουν την ποιότητα του δημιουργού τους και εκείνος καθορίζει το επίπεδό στο οποίο θα κινηθούν. Κι αυτό έχει να κάνει με την προσωπική του καλλιέργεια και ευαισθησία. Η επιμέλεια, ωστόσο, μπορεί να τα προστατέψει από λάθη που μπορεί να γίνουν και πιστεύω ότι ο επιμελητής είναι πράγματι ο καλύτερος φίλος ενός συγγραφέα. Είναι ο άνθρωπος που σκύβει στις σελίδες και αφουγκράζεται πρώτος τις αγωνίες του μελετώντας τις λέξεις του, διακρίνοντας τους στοχασμούς του, νιώθοντας τις ανάγκες του.
– Τι θεωρείτε σημαντικό στη ζωή;
Την ειλικρίνεια. Και την ευγένεια των αισθήσεων. Νομίζω ότι είναι δυο σημαντικά προτερήματα για να βαδίσεις στη ζωή και είναι αυτά που κάνουν έναν άνθρωπο να ξεχωρίζει.
– Θα θέλατε να πείτε λίγα λόγια για το τελευταίο σας βιβλίο;
Το μυθιστόρημα ΤΙΣ ΝΥΧΤΕΣ ΕΠΑΙΖΕ ΜΕ ΤΙΣ ΣΚΙΕΣ που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ ακολουθώντας τα ιστορικά γεγονότα του τέλους του δέκατου ένατου και του εικοστού αιώνα περιγράφει έναν άνθρωπο που βρίσκεται στη δίνη των εξελίξεων και περνάει όλη του τη ζωή αναζητώντας έναν τρόπο να εκφράσει την καλλιτεχνική του ανησυχία, σε μια εποχή κατά την οποία η τέχνη μοιάζει να μην έχει καμιά απολύτως αξία.
Τα ιστορικά γεγονότα εισβάλλουν ορμητικά στην αφήγηση. Βρισκόμαστε στα 1898. Έτσι από την τελευταία μεγάλη σφαγή των χριστιανών από τους Τουρκοκρητικούς, που έγινε στις 25 Αυγούστου εκείνου του έτους παρακολουθούμε τη δημιουργία της Κρητικής Πολιτείας και την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, τους Βαλκανικούς Πολέμους, τον Εθνικό Διχασμό, και από τον Πρώτο μέχρι και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το μυθιστόρημα εμπεριέχει την περιπέτεια της προσωπικής αναζήτησης στην πάροδο ενός αιώνα διάστικτου από τα αποτελέσματα των ιστορικών συγκυριών.
Ο κεντρικός ήρωας του βιβλίου γεννιέται πάνω σε ένα καΐκι την ημέρα της μεγάλης σφαγής του Ηρακλείου, στις 25 Αυγούστου του 1898, μια ημέρα που σηματοδοτεί την έναρξη της Κρητικής Πολιτείας και την πορεία της νήσου προς την Ένωσή της με την Ελλάδα λίγα χρόνια μετά. Από την πρώτη στιγμή δοκιμάζει τη γεύση της προδοσίας, γιατί προδοσία λογιάζεται η άρνηση του αυστηρού Κρητικού πατέρα να τον αποδεχτεί στη ζωή του. Μεγαλώνει με τη θεία Λουλουδιά και τον παππού Λεωνίδα, από τον οποίο γνωρίζει την τέχνη του ξύλου και ανακαλύπτει παράλληλα την κλίση του στη ζωγραφική, την αγάπη του για το χρώμα. Η περιπέτειά του αρχίζει όταν εγκαταλείπει το σπίτι του για να αναζητήσει τη δική του μοίρα.
Δίπλα στον Ανέστη βρίσκεται ο Μικέλε, ένας χαρακτήρας ατίθασος, λίγο μποέμ, που του αρέσουν οι χαρές της ζωής και οι γυναίκες. Το δίπολο που σχηματίζεται ανάμεσά τους είναι χαρακτηριστικό μιας αντρικής φιλίας, που κρατάει ως το τέλος, και η συνάντησή τους είναι μια μοιραία συνάντηση. Ο Ανέστης μαθαίνει τι πάει να πει αφοσίωση, φιλία, υπόσχεση, δέσιμο, αλλά και κατάρρευση. Ένα δίπολο ανθρώπινης ευαισθησίας. Αυτό είναι οι δυο αυτοί ήρωες. Δυο εκ διαμέτρου αντίθετοι άνθρωποι που αλληλοσυμπληρώνονται. Αγάπησα πολύ τον Ανέστη και είναι ο ήρωας που με δυσκόλεψε περισσότερο καθώς έπρεπε να διαχειριστώ τις ψυχολογικές του διακυμάνσεις και τους φόβους του αλλά ο Μικέλε έχει μια ιδιαίτερη γοητεία. Είναι ο άνθρωπος που έχουμε όλοι ανάγκη στη ζωή. Να μας αρπάξει από το χέρι και να μας δείξει ότι πέρα από υποχρεώσεις και συναισθηματικούς κραδασμούς υπάρχει η χαρά της ζωής που οφείλουμε να ανακαλύψουμε εμβαθύνοντας σε ό,τι υπάρχει γύρω μας.
Στο πρόσωπο της Ισιδώρας γνωρίζει την ιδέα του ανεκπλήρωτου έρωτα, το ίχνος της εικόνας της καίει τα μάτια του. Με αυτό πορεύεται σε όλη του τη ζωή και αυτό προσδιορίζει τον μεγάλο του ζωγραφικό πίνακα, τη δική του «Γκουέρνικα».
Η αφήγηση είναι καταιγιστική. Τα γεγονότα, οι τόποι και τα πρόσωπα διαδέχονται το ένα το άλλο. Από την Κρήτη, στον Πειραιά, στην Αθήνα και τη Μακεδονία. Στα χαρακώματα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Από τον παππού Λεωνίδα και τη θεία Λουλουδιά μέχρι τη Χριστίνα, την κυρα-Ευτέρπη και τον Δημήτρη, τη Μυρσίνη, που έχασε τη μιλιά της όταν αντίκρισε σφαγμένη τη μάνα της, την Ισιδώρα και κυρίως τον Μικέλε, ο ήρωας αυτού του βιβλίου βιώνει τον αγώνα του ανθρώπου της εποχής να επιβιώσει μέσα σε έναν ανελέητο κόσμο και να αναδείξει την καλλιτεχνική του έκφραση μέσα από τη μοναχικότητά του και τις πληγές που δημιουργεί στον άνθρωπο η μεγάλη Ιστορία. Και μέσα από αυτές να γνωρίσει τον εαυτό του ή να τον χάσει για πάντα, αφού πρώτα θα μάθει πως «Το φως είναι ένα, αδιαίρετο, κι οπουδήποτε νικήσει ή νικηθεί, νικάει και νικιέται και μέσα σου», όπως γράφει ο Νίκος Καζαντζάκης στην Αναφορά στον Γκρέκο.
– Ποια είναι τα επόμενα συγγραφικά σας σχέδια;
Βρίσκομαι στο στάδιο της έρευνας και της συγγραφής του νέου βιβλίου που θα είναι πάλι ένα ιστορικοκοινωνικό μυθιστόρημα όμως είναι πολύ νωρίς να μιλήσω γι’ αυτό.