Οι γυναίκες που κρύβονται στην πίσω μεριά του καθρέφτη

Γυναίκες

Ανοίγεις τα βλέφαρα, τεντώνεις το μισοκοιμισμένο σου κορμί, και κατευθύνεσαι στο μπάνιο να πλυθείς: αγουροξυπνημένη, τσακώνεις τον εαυτό σου να παρατηρεί εξεταστικά το είδωλό σου στον καθρέφτη χωρίς μακιγιάζ: τις αχνές ακόμη, ρυτίδες έκφρασης του μετώπου, τα πλούσια σκούρα φρύδια, το καθαρό σχήμα των ματιών, τα γεμάτα ζυγωματικά, τις γραμμές των βλεφαρίδων με τα υπολείμματα της μάσκαρα από χτες…

Ώσπου αίφνης, πίσω απ’ το βλέμμα σου, μέσ’ απ΄ τον καθρέπτη, αναδύεται η ατέλειωτη πομπή των γυναικών του παρελθόντος: η μια πίσω απ’ την άλλη παρελαύνουν γυναίκες, τρυφερά χαμένες ανάμεσα στα ασφυκτικά πρέπει των άλλων και τα θέλω της ψυχής τους, με τη βουβή ανένδοτη οργή στα μάτια τους για τα μεγάλα, ματαιωμένα όνειρα, κουβαλώντας τα φαντάσματα των ανικανοποίητων αναγκών τους..

Γυναίκες που, στον πυρήνα της ψυχής τους, κοχλάζουν τόνοι θυμού και στεναχώριας, γυναίκες που, προσπαθούν να θάψουν τη θλίψη τους σ’ ένα δήθεν εύθυμο, αψεγάδιαστο χαμόγελο, στο δίσκο από αστείρευτο ενδιαφέρον που πάντοτε κρατούν για τους άλλους, αφού έμαθαν πώς είναι πλασμένες για των άλλων τη χαρά, γυναίκες μεστές από “ωραίες” ανασφάλειες: γυναίκες που φοβούνται την ίδια τη δίψα τους για επαφή, δένουν όλο και πιο σφικτά, τυλίγουν αμείλικτα το κορμί, σφραγίζοντας ανελέητα τα όμορφά τους χείλη…

Γυναίκες, ολότελα οργισμένες, σιωπηλές, με το διαχρονικά οδυνηρό παράπονο στο βλέμμα: “Μα γιατί, δε μ’ αγαπά κανείς, γιατί δεν είμαι αρκετή, γιατί άραγε, δεν αξίζω να ζήσω για μένα”;

Γυναίκες μ’ έκδηλα τα τραύματα της εγκατάλειψης και της μοναξιάς, γυναίκες αδιόρατα συντριμμένες πίσω απ’ τον προκαταβολικά εύθυμο, ευχάριστο, ενίοτε και διακοσμητικό τους ρόλο: γυναίκες τόσο καλά κομμένες και ραμμένες στα μέτρα της κοινωνίας και των άλλων, γυναίκες τόσο δυνατές και τόσο θυμωμένες, γυναίκες ερινύες των παιδιών τους: τα υπολείμματα αυτής της αρχέγονης, βίαιης, ασίγαστης οργής, δηλητηριάζουν ανεπανόρθωτα τις κόρες μα και τους γιούς τους, αναπαράγοντας τον φαύλο κύκλο των εχθροπραξιών, του πόνου και της μοναξιάς στο άπειρο: εξαναγκασμένες βλέπεις, να περιφέρονται και να συμπεριφέρονται ως κατώτερες, κατόρθωσαν να τελειοποιήσουν την τέχνη της έμμεσης, ύπουλης, παθητικής επιθετικότητας: έμαθαν να σωπαίνουν αρνούμενες, επιδέξια να χειραγωγούν, έμαθαν την τέχνη να κινούν αόρατα τα νήματα των άλλων, μεσ’ απ’ την περσόνα της καθωσπρέπει συζύγου!

Το είδωλο του καθρέφτη μου τώρα, είναι θολό, από τ’ ακατάσχετα δάκρυα που με κατακλύζουν: μπήγω μια διαπεραστική, καθαρτήρια κραυγή και κοιτάζοντας τες κατάματα, τους λέω: Αποδέχομαι την οδυνηρή σας κληρονομιά εντός μου, αποδέχομαι την οργή, το πλήθος τις ανασφάλειες, τις διχασμένες σκέψεις και διαθέσεις σας στα σωθικά μου, και σας υπόσχομαι, πώς, μακριά απ’ αυτές, θα θέσω τα θεμέλια της γυναικείας μου υπόστασης: στην πίστη πώς είμαι αρκετή, στη θέληση να πραγματώσω τα όνειρά μου, ολοκληρωτικά αγαπώντας με, κι επιτέλους, αφήνοντάς με απόλυτα ελεύθερη να’ μαι ο εαυτός μου!

0 0 votes
Article Rating
Παρακολούθησε τις απαντήσεις
Ενημέρωσε με για
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments