Ο κύριος διευθυντής κάθε πρωί, πριν φύγει από το σπίτι του, ρίχνει μια τελευταία ματιά στη λοξή του χωρίστρα και βάζει τζελ στα λευκά αραιά μαλλιά του. Η γυναίκα του άλλοτε τον ξεπροβόδιζε. Είναι κάμποσα χρόνια τώρα που το ‘χει σταματήσει. Ο τελευταίος ήχος που σφραγίζει πίσω της η πόρτα είναι αυτός του κουταλιού, καθώς γυρίζει νευρικά στο χείλος του φλιτζανιού.
Η δουλειά του είναι σημαντική και υπεύθυνη. Είναι επιτέλους ένα πρόσωπο σημαίνον. Είναι φτιαγμένος για διευθυντής. Αυτός είναι που συγκεντρώνει τις εντολές που έρχονται από ψηλά και τις μεταφέρει στους υφισταμένους του. Αυτός είναι που με το εξασκημένο δημοσιοϋπαλληλικό του μάτι εντοπίζει κάθε μικρή ολιγωρία ή παράλειψη, κάθε σφάλμα. Κι ύστερα σοβαρός κι αγέλαστος καλεί τον φταίχτη, για να του το υποδείξει. Είναι η στιγμή όπου η καρδιά του χτυπά πιο γρήγορα, θαρρείς. Η δικαίωση της εξουσίας του.
Σήμερα, όμως, βρέθηκε σε απορία. Τι ήταν πάλι αυτή η εγκύκλιος; Σκούπισε τα γυαλιά του με το πανί με τον τυπωμένο λογότυπο απ’ το κατάστημα των οπτικών,για να δει πιο καθαρά. Θα πρέπει να βραβεύσει τον πιο ικανό υπάλληλο. Και δεν έφτανε μόνο αυτό παρά θα έπρεπε και να δικαιολογήσει την επιλογή του.
Ο κύριος διευθυντής τα’ χει στ’ αλήθεια χαμένα. Δεν είναι αυτό αρμοδιότητά του. Πώς περιμένει η υπηρεσία κάτι τέτοιο από αυτόν; Αν του ζητούσαν να υποδείξει τον χειρότερο, τότε μάλιστα, ξέρει. Αλλά τον καλύτερο; Είναι άλλα μάτια κι όχι τα δικά του που βλέπουν το καλό. Κι ύστερα, πιο δύσκολο ακόμη, ακόμα κι αν έβρισκε κάποιον να προτείνει έστω και τυχαία, πώς θα αιτιολογούσε την επιλογή του; Τι σημαίνει “καλός για την υπηρεσία”; Ποιοι είναι οι στόχοι της και πώς αυτός ο άγνωστος καλός υπάλληλος τούς υπηρετεί;
Όλη τη μέρα η έγνοια αυτή ήταν βελόνα στην καρέκλα και στο νου του. Στριφογύριζε αγχωμένος. Πώς θα κατόρθωνε να ανταποκριθεί σ’ αυτή την απαίτηση; Ώσπου κατά το μεσημεράκι, κατέληξε σε μια απόφαση αναπόφευκτη που τον ανακούφισε. Άλλος καταλληλότερος για το βραβείο από τον εαυτό του τον ίδιο δεν υπήρχε. Μήπως αυτός, με την αταλάντευτη πίστη του στην αξία κάθε εντολής δεν ήταν θεματοφύλακας της λειτουργίας της υπηρεσίας; Αυτός δεν ήταν που ήξερε καλά τα μέσα και τους τρόπους για κάθε τυφλό υπηρεσιακό σκοπό δίχως αμφιβολία ή δισταγμό; Αυτός δεν εξασφάλιζε την εφαρμογή κάθε εγκυκλίου με το να παραφυλά μεθοδικά κι επίμονα μήπως εντοπίσει το παραμικρό λάθος ;
Ένιωσε ένα βάρος να φεύγει από πάνω του καθώς πήρε από τον καλόγερο το μάλλινο παλτό του (το ‘χε αγοράσει μισοτιμής πέρυσι στις εκπτώσεις). Του είχε πει η γυναίκα του ότι ως διευθυντής θα’ πρεπε να ξεχωρίζει και με το ντύσιμό του ακόμη. Έγραψε τ’ όνομά του σ’ ένα λευκό χαρτί. Ένα όνομα στο κενό γύρω του.
Βγήκε στον δρόμο. Στο σπίτι, θα ‘λεγε στη γυναίκα του να του μαγειρέψει μοσχαράκι κοκκινιστό με μακαρόνια που το ‘χε πεθυμήσει μα δεν το’ τρώγε συχνά, επειδή του το απαγόρευε ο γιατρός λόγω της πίεσης. Άξιζε η εξαίρεση.