Tο έργο του Αμερικάνου συγγραφέα Stephen Belber, “Η Συνάντηση” σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιμούλη έκανε πρεμιέρα στο Θέατρο “Αμαλία” στην Θεσσαλονίκη και πρόσφατα παρουσιάστηκε και στην Καλαμάτα. Από τον Φεβρουάριο θα παίξει στην Αθήνα στο θέατρο “Βικτώρια”.
Ο γνωστός ηθοποιός και σκηνοθέτης με αφορμή το έργο, μίλησε στην Κωνσταντίνα Δρακουλάκου και το ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Online για την παράσταση, την ανταπόκριση του κόσμου και τα επερχόμενα σχέδιά του.
“Ένιωσα μία πρωτοφανή συναισθηματική ένταση απ’ τη μεριά των θεατών, κάτι σαν μία προστατευτική αγκαλιά, πράγμα που το έχει μεγάλη ανάγκη ο καλλιτέχνης, όταν εκτίθεται πάνω στη σκηνή.”, αναφέρει κύριος Κιμούλης.
H “Συνάντηση” αποδεικνύει πως κανενός το παρελθόν δεν μπορεί διαγραφεί, υπενθυμίζοντας τη φράση του Σαίξπηρ στην Τρικυμία: “Το παρελθόν είναι πρόλογος”.
Συνέντευξη στην Κωνσταντίνα Δρακουλάκου
- Τι σας τράβηξε στη “Συνάντηση”;
Κατ’ αρχάς τα θέματα με τα οποία ασχολείται και στη συνέχεια ο τρόπος, που τα αναπτύσσει. Στο έργο γίνονται καθαρά δύο βασικά θέματα. Η μοναξιά και το αδύνατο της διαγραφής του παρελθόντος μας. Είναι μεγάλο λάθος το να μετατρέπουμε τη μοναξιά μας σε μοναχικότητα. Δηλαδή, το να παρουσιάζουμε στον εαυτό μας την απομόνωση στην οποία μας οδηγεί ο σύγχρονος κοινωνικός μας περίγυρος, σε δική μας επιλογή. Όπως επίσης είναι μεγάλος λάθος το να νομίζουμε πως μπορούν οι επιλογές και οι πράξεις του παρελθόντος μας να ξεχαστούν και να διαγραφούν. Είτε αυτές ήταν αρνητικές, είτε ήταν θετικές. Η φράση του Σαίξπηρ στην “Τρικυμία” μας προειδοποιεί: “Το παρελθόν είναι πρόλογος”. Το σημαντικό δε μ’ αυτό το έργο είναι ο τρόπος που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας για να παρουσιάσει αυτά τα δύο πολύ σοβαρά θέματα. Και δεν είναι άλλος από την κωμική γραφή.
- Η πρεμιέρα του έργου έγινε το 2004 στη Νέα Υόρκη, ενώ το 2014 o Stephen Belber σκηνοθέτησε το έργο για τον κινηματογράφο. Ποια πιστεύετε ότι είναι η συνεχής ελκυστικότητά του;
Το γεγονός πως αυτά τα δύο θέματα, που ανέφερα πριν, συνεχίζουν να ταλαιπωρούν τους ανθρώπους.
– Πόσο συναρπαστικό/προκλητικό είναι να σκηνοθετείς μια παράσταση όπως αυτή;
Η δυσκολία να σκηνοθετείς μία παράσταση την ίδια στιγμή, που υπάρχεις σ’ αυτήν και ως ηθοποιός, ενώ σε πρώτη εντύπωση φαίνεται το πιο δύσκολο απ’ όλα, τελικά δεν είναι. Όπως όλα τα πράγματα στο χώρο της τέχνης, έτσι κι αυτό έχει την τεχνική του. Το βασικό είναι το να μπορείς να δεις όσο πιο καθαρά γίνεται το πώς και πού θα εστιάσεις σε κάθε σκηνή του έργου, ώστε το τελικό συνολικό αποτέλεσμα να έχει μία ενιαία σκηνική γραφή, η οποία δε θα απάδει του στόχου που είχες, όταν διάβασες και ερμήνευσες το έργο.
- Ποιες είναι οι προσδοκίες σας; Τι θέλει το κοινό; Και είναι ο ρόλος του σκηνοθέτη να ανησυχεί για αυτό;
Δεν υπάρχει καλλιτέχνης που να μην ανησυχεί για το πώς θα εισπράξουν οι θεατές ή οι ακροατές το καλλιτεχνικό του έργο. Σε κάποιες τέχνες, όπως το θέατρο, αυτό το καταλαβαίνεις σχεδόν αμέσως. Την ίδια στιγμή της παραγωγής του. Σε κάποιες άλλες όχι. Πρέπει να περιμένεις. Αλλά και στο θέατρο, αντιλαμβάνεσαι το πρώτο επίπεδο του πώς το κοινό αντιδρά. Δεν μπορείς όμως να ξέρεις τι έχει δημιουργήσει το έργο σου στο κάθε ένα ή σε κάθε μία θεατή. Γιατί η τέχνη, στην ουσία, δεν μιλάει στους πολλούς, ούτε στους λίγους. Μιλάει πάντα στον καθένα χωριστά. Άρα η ανησυχία, που αναφέρατε, είναι διαρκώς παρούσα και ίσως η προσδοκία που είπατε παραμένει για πάντα ανεκπλήρωτη, γιατί κανείς δεν μπορεί να σου απαντήσει.
- Πώς προσεγγίζετε το casting σε μια παράσταση και ποιες ιδιότητες αναζητάτε στους ηθοποιούς;
Είναι σχεδόν απαραίτητο, πέραν απ’ την υποκριτική δεινότητα, να αναζητάς και μία σχετική σχέση που μπορεί να έχει ο καθένας και η καθεμία ηθοποιός με τα χαρακτηριστικά του προσώπου που θα ερμηνεύσει. Για μένα όμως το πιο απαραίτητο απ’ όλα είναι η σκηνική αφοσίωση και η σκηνική αυταπάρνηση του ηθοποιού.
- Γιατί αποφασίσατε να συνεργαστείτε με αυτήν την ομάδα;
Γιατί έκρινα πως είχαν όλα τα παραπάνω στοιχεία. Εκτιμώ την Άννα (Μονογιού) και τον Στάθη (Παναγιωτίδη), εδώ και πολλά χρόνια.
- Πώς εξισορροπείτε τις απαιτήσεις της καλλιτεχνικής έκφρασης με την ανάγκη να επικοινωνήσετε ένα μήνυμα στο κοινό;
Αν και γνωρίζω πως το αρχικό αρχικό όραμα ενός καλλιτέχνη πολλές φορές δεν είναι το ίδιο με το τελικό αποτέλεσμα, δίνω συνεχώς και διαρκώς καθημερινά τη μάχη, σε κάθε παράσταση, ώστε να μπορεί τουλάχιστον να το πλησιάσει.
- Ποια είναι η ανταπόκριση του κόσμου μέχρι στιγμής;
Έρχομαι στη Θεσσαλονίκη παρουσιάζοντας παραστάσεις μου σχεδόν από τότε που άρχισα να παίζω στο θέατρο. Αυτό που εισέπραξα όμως σ’ αυτή την παράσταση ήταν πρωτόγνωρο για μένα. Εκτός απ’ το γεγονός της τεράστιας προσέλευσης των θεατών, ένιωσα μία πρωτοφανή συναισθηματική ένταση απ’ τη μεριά τους, κάτι σαν μία προστατευτική αγκαλιά σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, πράγμα που το έχει μεγάλη ανάγκη ο καλλιτέχνης, όταν εκτίθεται πάνω στη σκηνή.
ΤΟ ΕΡΓΟ
Ένας ηλικιωμένος πρώην διάσημος χορογράφος, ο οποίος έχει αποσυρθεί πλέον από την ενεργό δράση και τώρα ζει εντελώς μοναχικά, δέχεται στο χώρο του, την επίσκεψη ενός ζευγαριού που του ζητά μία συνέντευξη για το πώς λειτουργούσε ο καλλιτεχνικός χώρος στη δική του εποχή. Καθώς όμως εξελίσσεται η “συνέντευξη” αυτή, ο μοναχικός χορογράφος αναγκάζεται να έρθει αντιμέτωπος μ’ ένα μεγάλο θαμμένο μυστικό του παρελθόντος του. Η πρεμιέρα του έργου έγινε στη Νέα Υόρκη το 2004 με τους Frank Langella, Ray Liotta και Jane Adams, ενώ το 2014 o Stephen Belber σκηνοθέτησε το έργο για τον κινηματογράφο με τους Patrick Stewart, Carka Gugino και Matthew Lillard. H “Συνάντηση” είναι έργο που αποδεικνύει πως κανενός το παρελθόν δεν μπορεί διαγραφεί, υπενθυμίζοντας τη φράση του Σαίξπηρ στην Τρικυμία: “Το παρελθόν είναι πρόλογος”.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Πρωταγωνιστούν: Γιώργος Κιμούλης, Άννα Μονογιού, Στάθης Παναγιωτίδης. Μετάφραση – Σκηνοθεσία: Γιώργος Κιμούλης. Σκηνικά – Κουστούμια: Σοφία Νικολαΐδη. Μουσική: Διονύσης Τσάκνης. Φωτισμοί: Θύμιος Γουδέλης. Παραγωγή: Πόλις Πολιτισμού. Επικοινωνία: Νταίζη Λεμπέση.
Ολόκληρη η συνέντευξη στο ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Online