– Έλα όμορφε, έλα εδώ είμαι….
– Που με ρωτάς
– Εδώ γύρω σου δεν με βλέπεις δεν με ακούς; Σου μιλώ
– Που, που;
– Εδώ δίπλα σου δεν με αισθάνεσαι δεν με μυρίζεις;
– Λουλούδι είσαι; Όχι, τι είσαι τότε;
– Όνειρο, το όνειρο σου είμαι που φοβάσαι να ακούσεις, να αισθανθείς, να μυρίσεις……
– Γιατί φοβάμαι;
– Έχεις συνηθίσει να ζεις μες στην ομίχλη σου… Ξέρεις τα βήματα σου και με τα μάτια κλειστά πας, δεν τα μετράς πια. Δεν θες να βγεις από την μουντή ηρεμία σου, γιατί να αλλάξεις τη γαλήνη της ανησυχία σου. Ακόμα κι αν πιο εκεί το τοπίο σου είναι πιο φωτεινό ίσως πιο όμορφο και ταιριαστό με σένα. Εκεί πρέπει να μετράς βήματα, εδώ τα ξέρεις τι κι αν δεν είσαι ταιριαστός με την ομίχλη σου. Αυτή την γνωρίζεις σε γνωρίζει και εκείνη «όλα καλά». Όλα σε τάξη τι κι αν η καρδιά είναι σε αταξία, κάνεις πως δεν την βλέπεις άλλωστε έχει τόση ομίχλη, που όντως δεν την βλέπεις. Ξέρεις κάτι τι κοροϊδεύεις κιόλας…
– Μ’ αρέσουν αυτά που μου λες, νιώθω ότι αναβαθμίζουν τις σκέψεις μου μη φύγεις…
– Δεν θα φύγω εσύ θα με διώξεις μόλις ξυπνήσεις θα σκορπίσω σαν σκόνη μέσα στις σκέψεις σου, κι έτσι θα χαθώ και όλα θα διατηρηθούν βολεμένα στην τάξη σου και δεν θα χρειαστεί να ρισκάρεις, τα βήματα σου αμέτρητα θα πηγαίνουν μέσα στην ομίχλη σου. Κάποιες ίσως φόρες που θα θες αέρα… γιατί θα πνίγεσαι θα σου έρχομαι στο μυαλό και θα λυπάσαι που ξύπνησες και δεν είδες την συνέχεια…