Μια τόσο μικρή λέξη, που κρύβει τόσο μεγάλη, ματαιότητα. Πόσα και πόσα ”θα”,ακούσαμε στη ζωή μας. Ίσως και ένα θα να μας κράτησε κάποια στιγμή, ζωντανούς.
Αλλά και πόσα θα παρέμειναν μετέωρα και αδύναμα χωρίς να ευοδωθούν. Το ”θα” της πλάνης, της απάτης, και του ονείρου. Που σαν εκείνες τις πολύχρωμες μεγάλες πεταλούδες, τις βασίλισσες μας πλησίασαν μαγεύοντας μας.
Και μετά, με μια θολή ματιά μας απαξίωσαν, και πέταξαν μακριά μας . Κι αυτό το θα με όση ευκολία ειπώθηκε με άλλη τόση πάρθηκε πίσω. Αυτό το ”θα” που έμοιαζε με υπόσχεση, για εκείνο το ταξίδι που δεν κάναμε. Κι όμως τη στιγμή που ΄λέχθηκε ήταν αληθινό μα φοβήθηκε την πραγματικότητα. Φοβήθηκε να την αλλάξει. Δεν έδωσε τόπο στην ελπίδα, ούτε και στο όνειρο. Γιατί απλά αν ήταν όνειρο, θα το ξεχνούσαμε. Υπάρχουν όνειρα που ακυρώνονται καθημερινά λόγο συγκυριών.
Το ”Θά” όμως είχε υπόσταση στο στόμα σου. Δεν έφτασε ούτε στη μέση του προορισμού του.
Ξέρεις το συγχωρώ το ”θα” στους νέους κι ας έχω την εντύπωση ότι δεν το λένε συχνά. Παλαιότερα όμως το ακούγαμε περισσότερο. Ήταν θαρρείς της γενιάς μας… Ένα θα που δε θα κρατούσαμε. Κι όμως δε μου άρεσε αυτή η λέξη ,πάντα την υποπτεύομουνα, ως νοσηρή. Έχει μέσα της, κάτι το αναβλητικό ,το ανεκπλήρωτο. Δεν θέλω να την ακούσω ξανά από μεσόκοπους. Την δίνω στα νιάτα, σ’ αυτά που όπως φαίνεται κατανοούν την αξία της και δεν τη λένε εύκολα.
Ποιος μπορεί άλλωστε να κάνει κάποια όνειρα για το μέλλον; Κι αυτό είναι το τραγικό! Μήπως εμείς οι πιο μεγάλοι της προηγούμενης γενιάς ξεστομίσαμε πολλά ”θα”. Μήπως τα σερβίραμε ως υποσχέσεις στα παιδιά μας, που αδυνατούμε τώρα να τις κρατήσουμε.
Συνήθως σε στιγμές ευημερίας λέγονται αθρόα αυτές οι μικρές λέξεις. Ήρθε όμως η πραγματικότητα να μας βγάλει απ’ την υποκρισία μας . Να μας τονίσει τη ματαιότητα αυτών που δεν πράξαμε, αλλά με ελαφρά την καρδία ίσως υποσχεθήκαμε. Τώρα φτάσαμε στις εποχές των ” ισχνών αγελάδων ” τι θα, να πούμε; Ματαιότητα, αδιαπραγμάτευτη, χωρίς ”θα” χωρίς ελπίδα, χωρίς αύριο. Το μέλλον αβέβαιο μας φωνάζει ο εγκλεισμός μας.
”Δεν επιτρέπεται να πάμε, ούτε ως απέναντι”. Άντε να πάμε το σκύλο βόλτα. Σκεφτόμαστε εμείς.
Τι άλλο θα μπορούμε να κάνουμε; Ας μη την επιβαρύνουμε με άλλες λέξεις την ήδη βεβαρημένη ατμόσφαιρα.
Τουλάχιστον τώρα θα μάθουμε να μην υποσχόμαστε και να μην χρησιμοποιούμε τη λέξη ”θα”. Και εκεί που τα είχαμε όλα και δεν σκεφτόμαστε ότι υπάρχουν και χειρότερα. Ζούμε στιγμές απείρου κάλλους. Αναβιώνοντας το ”Θέατρο του παραλόγου” σε όλο του το μεγαλείο. Αντιλαμβανόμαστε ότι δεν μπορούμε να υποσχεθούμε τίποτα και σε κανέναν.
Σαν μια άλλη Μαίρη Αρώνη λοιπόν, σε ταινία του παλαιού ελληνικού κινηματογράφου. Κουνώντας απαγορευτικά το δάκτυλο μου, θα πω. ”Μην πεις Θα – μην πεις Θα!