Φθινόπωρο αλλιώς.
Και ο Αύγουστος έφυγε και το καλοκαιράκι πάει και οι έρωτες πάνε, έφυγαν κι αυτοί.
Και ήρθε ο Σεπτέμβρης και το φθινόπωρο συνεχίζεται, με έναν άστατο καιρό, παράλογο.
Κρατάει κάτι ακόμα μαζί του από το καλοκαίρι που έφυγε, ήρθε με μια απαλή ζεστασιά κι όμως πάγωσε τα πάντα μέσα μας.
Καημένε Οκτώβρη ακόμη προσπαθείς να ζεστάνεις το μέσα μας, ξεδιπλώνεις τις ακτίνες του ήλιου καθώς πίνουμε καφέ αναπολώντας τις μέρες που έφυγαν, σκεπτόμενοι να πάψει ο χρόνος εδώ, να σταματήσουν όλα, μια κοφτή ανάσα και κενό.
Εσύ μας λούζεις με φως κι εμείς κοιτάμε απ’ το παράθυρο περιμένοντας να βρέξει. Να ρίξει μια μπόρα να καθαρίσει το τοπίο, να γίνει γκρίζος ο ουρανός να καθρεφτιστεί η ψυχή μας, να σκάνε μια-μια οι σταγόνες, ρυθμικά, να βάλουν σε τάξη το χάος μας.
Σχεδόν σε λυπάμαι εποχή, εκεί επιμένεις να θυμίζεις όσα έγιναν, όσα έφυγαν, μα παρ’ το απόφαση… έφυγαν… εμείς το δεχτήκαμε, το ζήσαμε, την πάθαμε, μάθαμε, αποφασίσαμε, τέλος.
Μη μας πιλατεύεις με ξέγνοιαστες αναμνήσεις ξάστερων ουρανών, δεν μπορείς να τις μιμηθείς.
Μας τελείωσαν οι καλοκαιρινοί έρωτες, δεν τους χρειαζόμαστε, η ζωή μπήκε ξανά σε γρήγορους ρυθμούς.
Ναι, ίσως και να είμαστε αχάριστοι μα κι εσύ μέτρια ηθοποιός.
Υ.Γ. Αναμένοντας έναν Νοέμβρη μουντό με εκστασιασμένες ψυχές και φαρδιά πουλόβερ, κουλουριασμένοι στη ζεστασιά της ασφάλειας, με σκέψεις χαμένες στον καπνό απ’ τα τσιγάρα πίνοντας στην υγειά των λαθών, των παθών, των πεπερασμένων.