Η σιωπή του έρωτα
Κι οι δικές σου αλήθειες έγιναν χιονοστιβάδα που έθαψε για πάντα το μικρό μου εγώ κι εξαφάνισε στο άχρωμο ψυχρό της λευκό αυτό που θεωρούσα ζωή μου… κι εξαφάνισε εσένα… αλήθειες που πλήγωσαν, που τσάκισαν, που ακύρωσαν ό,τι ζήσαμε
Κι οι δικές σου αλήθειες έγιναν χιονοστιβάδα που έθαψε για πάντα το μικρό μου εγώ κι εξαφάνισε στο άχρωμο ψυχρό της λευκό αυτό που θεωρούσα ζωή μου… κι εξαφάνισε εσένα… αλήθειες που πλήγωσαν, που τσάκισαν, που ακύρωσαν ό,τι ζήσαμε
Μια γουλιά ακόμα κόκκινο κρασί από το ποτήρι μου… να σε μεθύσω να μείνεις για πάντα μαζί μου. Δεν ήσουν μόνη σου σ’ αυτό το ταξίδι, ήμουν πάντα δίπλα σου. Δεν το ένιωσες;
Κι αν κοιτάξεις μέσα τους θα δεις το χρώμα μου το άλικο, του έρωτα και της καρδιάς… ένα κόκκινο φωτεινό, ένα πορφυρό σκοτεινιασμένο
Όλα έγιναν αυτόματα σχεδόν μηχανικά… όπως το στόμα του καλοκαιριού ξεδιψάει αχόρταγα με το νερό, έτσι κι οι δυο τους ρουφούσαν αχόρταγα κι ακόρεστα την ανάσα τους που ενωνόταν σε κραυγή και λυγμούς.
Η ζωή χωρίς αγάπη είναι άβυσσος.
Μπαίνω σπίτι… κάθομαι και σε βλέπω να κοιμάσαι. Είσαι σαν ένας πραγματικός άγγελος… μόνο μου εσύ δεν θα είσαι για πάντα στο πλευρό μου. Δεν θα είσαι δίπλα μου όταν σε χρειάζομαι… γιατί απλά εσύ δεν θα γίνεις ο φύλακας άγγελος μου.
Αυτή η γεύση του κορμιού σου, θάλασσα, πέλαγος αλμυρό, δεν μπορώ να μην την ακολουθήσω, ένα αρχέγονο λίκνισμα, ένα παθιασμένο ταξίδι στο βάθος του κορμιού σου, εκεί που βρίσκω την ψυχή σου και μένα μαζί…
Κι απόψε, μετά από καιρό, φυσάει ξανά, φυσάει ξανά και κάθε ριπή του ανέμου μου θυμίζει τη μορφή σου…
Άραγε, υπάρχεις ακόμη ή επέστρεψες πίσω, στον κόσμο της αέναης σιωπής και των ονείρων;
Τα ήσυχα βράδια που υπήρχαμε ο ένας για τον άλλο, που τις λέξεις μου τις συμπλήρωνες εσύ, που δεν ήταν ανάγκη να μιλάμε γιατί τα φωνήεντα ήσουν εσύ και λεξιπλάστης ο έρωτας. Κι ήταν η ζεστή σου αγκαλιά που διέκοπτε τη νοερή συνομιλία μας και το υγρό φιλί σου που έβαζε τέλος σε όποια σκέψη μου…
Όταν το χάδι μένει ανεξίτηλο στις αναμνήσεις μας….