Το γαρίφαλο ή μοσχοκάρφι ή καρυόφυλλο είναι τo αποξηραμένo μπουμπούκι του γαριφαλόδεντρου (Syzygium Aromaticum) με καταγωγή από τις Νήσους των Μπαχαρικών (Μολούκες) της σημερινής Ινδονησίας. Η ονομασία γαρίφαλο ή γαρύφαλλο μάλλον αποτελεί αντιδανεισμό από την ιταλική ονομασία garofulum – καρυόφυλλο το οποίο πιθανόν να σημαίνει «σκληρό φύλλο», ενώ το γαριφαλόδεντρο δε φαίνεται να έχει άμεση βοτανολογική σχέση με το καλλωπιστικό φυτό γαρυφαλλιά (Δίανθος ο καρυόφυλλος, Dianthus caryophyllum), παρά την κοινή ελληνική ονομασία των προϊόντων τους.
Ιστορία
Το γαρίφαλο υπήρξε το μήλον της έριδος για πολλούς θαλασσοπόρους της αποικιοκρατίας, που προσπάθησαν να μονοπωλήσουν τις ανεκτίμητες ιδιότητες του μπαχαρικού και συνάμα βοτάνου. Το μοσκοκάρφι (γαρίφαλο) ήταν το πολυτιμότερο μπαχαρικό του πρώιμου εμπορίου με καταγωγή από τις νήσους Τερνάτε, Τιντόρε και Μπακάν του συμπλέγματος Μολούκες της Ινδονησίας. Κατά τα προ Χριστού έτη, απαγορευόταν σε όσους επισκέπτονταν την αυτοκρατορική Αυλή της Κινεζικής Δυναστείας Χαν, να απευθύνουν το λόγο τους στον αυτοκράτορα αν δεν είχαν προηγουμένως «γλυκάνει» την αναπνοή τους με το «ευωδιαστό καρυόφυλλο», το γαρίφαλο της Ιάβας. Λόγω του γεωγραφικού περιορισμού του, το μοσχοκάρφι βρήκε το δρόμο για την Ευρώπη μόλις τον 11ο αιώνα μ.Χ. από τους Άραβες εμπόρους, οι οποίοι έλεγχαν το εμπόριο πολλών μπαχαρικών προς την Ευρώπη εκείνη την περίοδο.
Κατά το Μεσαίωνα, Κινέζοι, Μαλαισιανοί και Άραβες έμποροι, αγόραζαν μπαχαρικά από περιοχές της σημερινής Ινδονησίας και της Νοτιοανατολικής Ινδίας και τα μετέφεραν με βάρκες ή με καμήλες και άλλα υποζύγια ζώα μέσα από το Δρόμο του Μεταξιού στον Περσικό Κόλπο. Από τον Κόλπο, τα μπαχαρικά έφταναν στην Κωνσταντινούπολη και τη Δαμασκό και από εκεί στην Ευρώπη. Για αρκετό καιρό, το εμπόριο των μπαχαρικών ελεγχόταν από τα Σουλτανάτα των Βόρειων Μολούκων – του Τιντόρε που καθιερώθηκε το 1257, και του Τερνάτε που ιδρύθηκε το 1257. Και τα δύο είχαν τη βάση τους σε μικρές νήσους και πολεμούσαν συχνά μεταξύ τους. Ο πιο πολύτιμος καρπός τους ήταν το γαρύφαλλο και την προστασία τους είχαν αναλάβει οι αρμάδες Κόρα Κόρα – πολεμικά κανό επανδρωμένα με περισσότερο από 100 κωπηλάτες. Τα σουλτανάτα βέβαια, βασίζονταν στους Μαλαισιανούς, Άραβες και Ιαβανούς εμπόρους για τη διανομή των αγαθών τους.
Η μοσχοκαρυδιά απαιτεί μηδαμινή προσπάθεια για να αναπτυχθεί. Η ζωή ήταν καλή και εύκολη για τους νησιώτες που καλλιεργούσαν το μπαχαρικό που απλά περίμεναν τον καρπό να ωριμάσει , για να συλλέξουν τους σπόρους και να τους δώσουν σε εμπόρους σε αντάλλαγμα για τροφή, ρουχισμό και άλλες ανάγκες τους. Ο «πόλεμος των μπαχαρικών» εκείνη την εποχή, μαινόταν ακόμα μεταξύ Μουσουλμάνων και Κινέζων.
Σήμερα το γαρίφαλο χρησιμοποιείται τόσο στη γαστρονομία όσο και στην παραδοσιακή ιατρική για τις αξιοθαύμαστες οργανοληπτικές και θεραπευτικές του ιδιότητες. Στη μαγειρική το μοσκοκάρφι χρησιμοποιείται για την παρασκευή πολλών ειδών Curry – μιγμάτων μπαχαρικών που χρησιμοποιούνται σε συνοδευτικές σάλτσες για πιάτα με κρέας. Χάρις στην ευγενόλη, το αιθέριο έλαιο που περιέχεται σε ποσοστό έως και 25% στο μπαχαρικό αυτό, το μοσχοκάρφι προσδίδει στο φαγητό μια πικάντικη και γλυκιά γεύση ανατολής με έντονο άρωμα. Στην ελληνική παραδοσιακή κουζίνα, το μοσχοκάρφι συνοδεύει επίσης κοκκινιστά φαγητά και χρησιμοποιείται για την παρασκευή μιας ευρύτατης γκάμας παραδοσιακών γλυκισμάτων όπως τα σιροπιαστά.
Η θεραπευτική χρήση (medicinal use) του γαρίφαλου οφείλεται επίσης σε μεγάλο βαθμό στην ευγενόλη αλλά και στα φλαβονοειδή και φαινολικά συστατικά που περιέχει με ενδείξεις που αφορούν τη δυσπεψία και το μετεωρισμό, τη ναυτία και τους εμέτους (ως άφυσο, χωνευτικό, καταπραϋντικό, αντισπασμωδικό), αρθρίτιδα και μυαλγία (ως τονωτικό της αιματικής κυκλοφορίας και αντισπασμωδικό), ελμινθίαση (ως παρασιτοκτόνο). Ως βακτηριοκτόνο και αναισθητικό, το γαρίφαλο χρησιμοποιείται ευρύτατα στην παραδοσιακή ιατρική για περιπτώσεις όπως κακοσμία του στόματος πονόδοντος και ημικρανίες, αλλά και την σύγχρονη επιστήμη ως συστατικό σκευασμάτων τοπικής αναισθησίας και αντισηπτικής δράσης σε οδοντιατρικές επεμβάσεις.
Επίσης το γαρίφαλο έχει αντιοξειδωτικές (αντικαρκινικές), αντιμικροβιακές, αντιφλεγμονώδεις και αποχρεμπτικές επιδράσεις με ενδείξεις όπως παθήσεις του ανώτερου αναπνευστικού (από απλό βήχα, πονόλαιμο και συνάχι έως την ιγμορίτιδα, τη βρογχίτιδα και το άσθμα), τροφικές δηλητηριάσεις, μυκητιάσεις των ποδιών, δερματικές πληγές, δερματικές παθήσεις όπως ακμή. Το γαρίφαλο επίσης πιστεύεται ότι σταθεροποιεί το σάκχαρο του αίματος, έχει αντιυπερτασική δράση και εμποδίζει τη συγκόλληση των αιμοπεταλίων προστατεύοντας από μεταβολικές και καρδιαγγειακές παθήσεις. Στην παραδοσιακή κινεζική ιατρική χρησιμοποιείται επίσης σε περιπτώσεις πρόωρης εκσπερμάτισης και θεωρείται ότι αποτοξινώνει το αίμα. Στην αρωματοθεραπεία το γαρίφαλο βρίσκει εφαρμογές στην αντιμετώπιση περιπτώσεων χρόνιας κόπωσης, άγχους και κατάθλιψης.
Στη βιομηχανία το γαρίφαλο χρησιμοποιείται στην παραγωγή οδοντόπαστας, τη σαπωνοποιεία, την αρωματοποιία και την παραγωγή καλλυντικών. Το γαρίφαλο έχει επίσης εντομοαπωθητικές (για κουνούπια, μύγες και μυρμήγκια) ιδιότητες. Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αρωματικό για το φρεσκάρισμα κλειστών χώρων, προάγοντας ταυτόχρονα και τη λειτουργία της αναπνοής για άτομα με σχετικές παθήσεις.