”Τούτα τα δυό, η γέννα κι ο θάνατος, στάθηκαν τα πρώτα μυστήρια που αναστάτωσαν την παιδιάστικη ψυχή μου. Χτυπούσα την τρυφερή γροθιά μου στις δυο τούτες κλειστές πόρτες ν’ ανοίξουν’ βοήθεια είδα πως δεν μπορούσα να περιμένω από κανένα’ όλοι σώπαιναν ή με περιγελούσαν. Ότι μάθαινα , θα το μάθαινα μόνος μου.
Σιγά σιγά κι η σάρκα ξυπνούσε, το βασίλειό μου, που ήταν καμωμένο από προαισθήματα και σύννεφα, πήρε να στερεώνεται άκουγα τα λόγια του δρόμου, δεν ήξερα καθαρά τι νόημα είχαν μα μερικά μου φαινόταν πώς ήταν γεμάτα μυστική απαγορευμένη ουσία τα ξεδιάλεγα λοιπόν τα λόγια αυτά και τα τόπωνα στο νου μου και τα’ λεγα και τα ξανάλεγα μέσα μου, να μην τα ξεχάσω. Μια μέρα όμως μου ξέφυγε και ξεστόμισα δυνατά ένα από τα λόγια αυτά και το άκουσε η μητέρα μου, τινάχτηκε τρομαγμένη.
Ποιός σου’ πε τον κακό τον λόγο; μου φώναξε να μην τον ξαναπείς!
Μπήκε στην κουζίνα, πήρε τριμμένο πιπέρι και μου άλειψε καλά το στόμα. Έμπηξα, τις φωνές, καίγουνταν το στόμα μου μα ορκιζόμουν κρυφά, στο πείσμα της, να τα λέω, να τα λέω αυτά τα λόγια, μα από μέσα μου. Γιατί η χαρά που ένιωθα προφέροντάς τα ήταν μεγάλη.
Μα από τότε, κάθε απαγορευμένος λόγος μου’ καίγε τα χείλια και μύριζε πιπέρι και τώρα ακόμα, ύστερα από τόσα χρόνια κι από τόσες αμαρτίες.”
Απόσπασμα από ΙΓ’ εφηβικές δυσφορίες σελίδα 133
Τα παιδιά που αλλάζουν, μεγαλώνουν μπαίνουν στην ήβη και ένα σωρό ερωτηματικά γεννιούνται.
Άλλαξαν τα ερωτηματικά από την εποχή της ήβης του αγαπημένου μας λογοτέχνη;
Θαρρώ πως είναι τα ίδια. Το σώμα αλλάζει και μαζί εμφανίζονται τα κρυμμένα ένστικτα ,οι ενοχές, οι ανασφάλειες, τα ερωτηματικά. Η περίοδος της παρόρμησης ή της απομόνωσης. Οι νέοι δρόμοι που θελκτικά ανοίγονται μπροστά μας, γεμάτοι αναζήτηση.
Τότε που η ταυτότητα τού φύλλου δεν είναι σαφής, αλλά τα συναισθήματα εισβάλλουν αστραπιαία και μοιάζουν σαν μαγική συνταγή που θα διαμορφώσει, την υγιή ή την άρρωστη ενηλικίωση.
Το μεταβατικό στάδιο για την απογείωση, ή την γείωση. Καθοριστικές οι επιρροές από το οικογενειακό και το κοινωνικό περιβάλλον. Μουδιασμένοι οι γονείς μπροστά στις εξελίξεις ,αναρωτιούνται για το ρόλο τους. Τα τελευταία χρόνια, που η ιδιότητες βάλλονται και βρίσκονται σε μεγαλύτερη κριτική διάθεση. Τα πρότυπα δεν είναι σαφή και ο τύπος της οικογένειας άλλαξε, με αποτέλεσμα και η ηλικιακή αυτή φάση του ατόμου φαντάζει στην εποχή μας , περισσότερο μετέωρη.
Τα προαισθήματα αντρειεύονται και δημιουργούν ομιχλώδη κατάσταση, κυρίως σε ανασφαλή περιβάλλοντα. Ο κίνδυνος για αποκλίνουσες και παρεκβατικές συμπεριφορές ελοχεύει.
Το κοινωνικό και το περιβάλλον πρόνοιας για τις περιπτώσεις αυτές φαίνεται ότι είναι ανύπαρκτο, γιατί υπάρχει και η ποικιλομορφία των αντιδράσεων που είναι θέμα, ιδιοσυγκρασίας.
Κάθε τύπος πνευματικότητας μοιάζει και είναι περισσότερο ενορατικός παρά πραγματικός. Οι κινήσεις μοιάζουν βιαστικές ανυπόμονες ,αλλά με φλόγα. Αργότερα αυτή η φλόγα θα ονομασθεί πάθος.
Και ο γραπτός λόγος διακατέχεται από αυτή την φλόγα. Όλοι έχουμε φυλαγμένα σημειώματα, επιστολές, λευκώματα απο αυτή την φάση της ζωής μας. Αργότερα κατά την ενηλικίωση ενώ τα ξαναδιαβάζουμε, αναγνωρίζουμε την γλυκιά αθωότητα, χαραγμένη σε λέξεις.
Από το ίδιο κείμενο των (εφηβικών δυσφοριών) ο κορυφαίος λογοτέχνης μας σελ. 134 γράφει΄΄όταν ύστερα από πολλά χρόνια, βρήκα σε ένα παλιό συρτάρι την αλληλογραφία με τον φίλο μου, τρόμαξα φλόγα Θέ μου, και τί αθωότητα!” Ν. Καζαντζάκης.
Δεν αλλάζουν τα προαισθήματα, τα αισθήματα, ούτε η μαγιά του ανθρώπου’ μόνο οι φόβοι και οι ενοχές αλλάζουν. Κι αυτά είναι δίδυμα αδέρφια.
Η ενοχή που δημιουργείται άμεσα από το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον στην περίοδο της εφηβείας, του ατόμου, έχει σαν αποτέλεσμα την διαμόρφωση ενός φοβισμένου ενήλικα!