Από κει που έδωσες, δεν θα πάρεις… Παρ’ το απόφαση πια…
Κι έρχονται στιγμές που πραγματικά νιώθεις πως θες να αποσυρθείς απ’ όλα…
Δεν υπάρχει κουράγιο, σαν να μην υπήρξε ποτέ, κι ας κατάφερες να στέκεσαι όρθιος αλλά πεσμένος στα γόνατα…
Αλήθεια, για τι πάλευες, θυμάσαι ;
Μηχανικές ανάσες ήταν όλα κι εσύ το πετρέλαιο…
Κάηκες και σώθηκες… Για εκεί… για όπου…
Μετάνοια δεν υπήρξε ποτέ στον δρόμο σου, αλλά ούτε και λύπηση για τον εαυτό σου… ‘Οχι απ’ τους άλλους, από σένα… για σένα…
Καμάρωνες μονάχα που έβλεπες να προχωρά η δύναμη σου, χωρίς εσένα όμως…
Νόμιζες πως τόσα χρόνια γέμιζες, αλλά ποτέ δεν κατάλαβες πως το μόνο που έκανες ήταν να σε αδειάζεις…
Το κατάλαβες βέβαια όταν έφτασες στον πάτο…
Και τώρα; Τώρα τι; Για σένα ποιος;
Ελάχιστοι είναι εκείνοι που έκαναν στην άκρη την μοναξιά κι έκατσαν δίπλα στην καλοσύνη σου. Την όποια… Την όση…
Σσσς… Δεν έχει «μα»…
Η αχαριστία είναι κι αυτό θανάσιμο αμάρτημα κι ας μην καταγράφτηκε ποτέ…
Ξόδεψες και πάντα άφηνες τα ρέστα…
Μια ανάσα, ένα τσιγάρο δρόμος κι εσύ το σκέφτεσαι…
Και κάπως έτσι οι άνθρωποι καταλήγουν στο γεφύρι της σιωπής κι απλά ατενίζουν το χάσμα ανάμεσα σ’ αυτούς και τον έξω κόσμο…
Μ’ ένα χαμόγελο που κανείς δεν ξέρει πως είναι κολλημένο…
Έτσι κι αλλιώς δεν φαίνεται… Είναι μακρυά…
Χίλια κομμάτια κολλημένα σε ένα χαμόγελο…
Χίλια κομμάτια από γυαλί, κι εσύ πάλι το σκέφτεσαι…
Να μην κοπούν οι άλλοι… Και συνεχίζεις να σπας…
Δε βαριέσαι, ένα τσιγάρο δρόμος έγινε πια κι αυτό για σένα…
Αυτή είναι η πραγματικότητα, μάθε να τη ζεις…
Από εκεί που έδωσες, δεν θα πάρεις…
Comments are closed, but trackbacks and pingbacks are open.